SINGLE ARTICLE VIEW

Παιδεία και Άνθρωπος

Ορθόδοξη Ακαδημία, Κολυμπάρι, 13-3-2011

Ορθόδοξη Ακαδημία, Κολυμπάρι, 13-3-2011

Είμαστε ό,τι είμαστε σε μεγάλο βαθμό χάρη στην κοινωνική μας οργάνωση. Αυτή η οργάνωση έχει τις φωτεινές και τις σκοτεινές της όψεις. Έχει τα ανθρώπινα δικαιώματα και την καταπίεση, την αλληλεγγύη και τη διαμάχη, τον διαφωτισμό και τη δεισιδαιμονία. Οπωσδήποτε όμως και αν ιδεί κανείς την κοινωνία, οποιεσδήποτε και να θεωρήσει ως κινητήριες δυνάμεις της, παντού θα διακρίνει την παιδεία.
    Μιλάω για τη συσσωρευμένη γνώση και σοφία χιλιάδων χρόνων, για τους δοκιμασμένους μηχανισμούς της επιβίωσης των ανθρώπων, για τη δημιουργία και τη μετάδοση νέας γνώσης. Μιλάω για το δαιμόνιο που μας ωθεί στην περιέργεια, την έρευνα των πραγμάτων, την αμφισβήτηση, την ανατροπή και την εξέλιξη.
    Είχαμε παλιά πολύ μεγάλη ιδέα για τους εαυτούς μας. Κάποτε πιστεύαμε ότι η γη είναι το κέντρο του σύμπαντος κι εμείς είμαστε πολύ διαφορετικοί από τους άλλους οργανισμούς. Η αλήθεια αποδείχτηκε αλλιώτικη χάρη στην επιστήμη. Ξέρουμε ότι κατοικούμε σε μια σφαίρα που απαρτίζεται από τα ίδια στοιχειώδη σωματίδια που απαρτιζόμαστε κι εμείς, ηλεκτρόνια, νετρόνια, πρωτόνια και άλλα. Και η σφαίρα αυτή έχει πεπερασμένη ζωή και τρέχει στο σύμπαν ανάμεσα σε τρισεκατομμύρια άλλες σφαίρες. Ξέρουμε ότι έχουμε την ίδια βασική βιοχημική σύσταση που έχει ένα αιλουροειδές ή ένα σκουλήκι της γης. Ξέρουμε ότι η ύλη παρουσιάζεται εξωτερικά συμπαγής αλλά στην πραγματικότητα είναι κούφια, σχεδόν ένα μεγάλο κενό. Το πιο σημαντικό είναι ότι ξέρουμε καλά ότι όσα ξέρουμε είναι διαψεύσιμα, και ότι η αλήθεια υπόκειται σε μια αέναη προσέγγιση.
    Χάρη στην επιστήμη αποκτήσαμε σπουδαίες τεχνικές για ν’ αντιμετωπίζουμε ιούς και βακτήρια που στο παρελθόν τρομοκρατούσαν την ανθρωπότητα. Μάθαμε τρόπους ανταλλαγής πληροφορίας με κάθε συνάνθρωπο στον πλανήτη με την ταχύτητα του φωτός. Ταυτόχρονα όμως κατασκευάσαμε μηχανές που έχουν τρομακτική εκρηκτική ισχύ, μηχανές που δολοφονούν από χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά. Η προαιώνια πάλη του καλού και του κακού δεν έχει τέλος.
    Είμαστε μιμητικά όντα. Μιμούμαστε τους γύρω μας με περισσότερη ευκολία απ’ όση θα θέλαμε να παραδεχτούμε. Συχνά οι λέξεις που χρησιμοποιούμε, ο τρόπος που τις προφέρουμε, οι χειρονομίες και η γλώσσα του σώματος εξαρτώνται από τον συνομιλητή μας. Η μία πλευρά μιμείται την άλλη και η μία προσπαθεί να μην είναι διαφορετική από την άλλη. Και οι δύο συγκλίνουν σε κοινούς τρόπους έκφρασης. Υπάρχουν μέρη στον κόσμο όπου οι άνθρωποι «βλέπουν» συστηματικά εξωγήινους και υπάρχει στο χωριό μου ένα σημείο όπου πολλοί κάτοικοι παλιά ορκίζονταν ότι είχαν «ιδεί» φαντάσματα. Αυτό που υποτίθεται ότι είχε ιδεί κάποιος την πρώτη φορά, έδρασε ως υποβολή στους άλλους που δεν ήθελαν ή δεν τολμούσαν να είναι διαφορετικοί. Στο τέλος είχαν πεισθεί ότι πράγματι έβλεπαν αυτά που έλεγαν ότι είχαν ιδεί οι άλλοι. Είχαν κατασκευάσει έναν εικονικό κόσμο με τα μάτια άλλων και τον είχαν πιστέψει. Προ ετών ένα πλοίο είχε εξοκείλει σ’ ένα νησί στο Αιγαίο. Τις επόμενες εβδομάδες οι πλοίαρχοι δέχονταν μηνύματα τρομαγμένων επιβατών που έβλεπαν το πλοίο τους να κατευθύνεται σε κάποιο νησί κατά λάθος. Φυσικά δεν υπήρχε νησί στην πορεία του πλοίου. Κάπως έτσι ξεκινάνε τα φαινόμενα ομαδικής υποβολής και υστερίας.
            Έχουν γίνει πειράματα από ψυχολόγους σε άτομα που τους δείχνονται δύο φύλλα χαρτί. Στο ένα υπάρχει μια γραμμή και στο άλλο τρεις. Οι δύο από τις τρεις έχουν πολύ διαφορετικό μήκος από εκείνη του πρώτου φύλλου ενώ μία έχει το ίδιο. Η ερώτηση είναι ποιες γραμμές είναι ίσες. Οι ερωτώμενοι απαντούν πάντα σωστά. Όταν όμως κάποιοι από δίπλα σκόπιμα δίνουν λάθος απάντηση δυνατά, τότε μεγάλο ποσοστό από τους ερωτώμενους τρίβουν τα μάτια τους, χαμογελούν αμήχανα και συστηματικά δίνουν τη λάθος απάντηση. Είναι τόσο ισχυρή η τάση μιμητισμού που ενώ βλέπουν το λάθος, το ονομάζουν ορθό. Όταν έντιμοι και λογικοί πολίτες λένε ότι η γη είναι επίπεδη και ότι πετούν οι ελέφαντες, παρ’ όλο που η εμπειρία και η λογική λένε το αντίθετο, θα πρέπει κανείς ν’ αναρωτηθεί για τις βασικές αρχές της παιδείας. Γιατί οι άνθρωποι δεν αμφισβητούν την αυθεντία, γιατί δεν έχουν τη δύναμη να πουν το προφανές, γιατί οι λάθος απόψεις γίνονται αποδεκτές. Παιδεία δεν σημαίνει μόνο γνώση αλλά κυρίως περιέργεια, αμφισβήτηση, απελευθέρωση. Και αυτό είναι το ζητούμενο της παιδείας. Να μορφώσει ανεξάρτητους πολίτες με το θάρρος και τη δύναμη να λένε αυτό που βλέπουν με τις αισθήσεις και τον νου και όχι να αναμασούν εκείνο που τους υποβάλλεται ή επιβάλλεται, έστω κι αν θίγεται το βραχυχρόνιο συμφέρον τους.
    Ο μιμητισμός και ο κομφορμισμός έχουν βαθύτερες συνέπειες. Οι περισσότεροι από εμάς επηρεαζόμαστε από τους άλλους και καταλήγουμε ενίοτε όχι μόνο να λέμε το άσπρο μαύρο αλλά και να το πιστεύουμε. Κατασκευάζουμε δηλαδή έναν εικονικό κόσμο, τον πιστεύουμε και είμαστε έτοιμοι να τον επιβάλλουμε στους άλλους. Κάπως έτσι έγινε με τον Γαλιλαίο και την Ιερά Εξέταση, την άρια φυλή και τις υποτιθέμενες κατώτερες φυλές που θα εξολόθρευαν οι Ναζί, τη διαμάχη λευκών και μαύρων στη Ν. Αφρική και τις ΗΠΑ, τις θρησκευτικές αιματηρές διενέξεις καθολικών και προτεσταντών στην Ευρώπη, σιιτών και σουνιτών στη Μ. Ανατολή, χριστιανών και εβραίων στην Ισπανία.
    Σε ένα άλλο επίπεδο, ο μιμητισμός ευθύνεται για κοινές εγκληματικές πράξεις. Κάποιος σπάζει μερικά τζάμια ή καταστρέφει τις πινακίδες σε μια γειτονιά στη διάρκεια διαδήλωσης και αμέσως κάποιοι τον μιμούνται. Σύντομα το φαινόμενο γενικεύεται. Κάποιοι δεν θα σπάσουν ποτέ τίποτα. Πολλοί όμως έχουν ένα κατώφλι που μόλις το φτάσουν γεμίζουν τους τοίχους με γκραφίτι, σπάζουν αυτοκίνητα ή βιτρίνες, πετούν βόμβες μολότοφ. Κάποιοι έχουν μηδενικό κατώφλι και αρχίζουν αμέσως τις καταστροφές, άλλοι χρειάζονται δέκα ή εκατό πριν από αυτούς για ν’ ακολουθήσουν, και κάποιοι, πολύ λίγοι, δεν θ’ ακολουθήσουν οσοιδήποτε και αν προηγηθούν.
    Αλλά ο μιμητισμός έχει και τη φωτεινή του πλευρά. Οι άνθρωποι ομαδικά αποκτούν ένα αίσθημα δικαίου, τιμής και αλτρουισμού. Ένα πείραμα έγινε με μεταπτυχιακούς φοιτητές πολλών ειδικοτήτων και περιελάμβανε δύο παίχτες. Ο πρώτος είχε ένα ποσό χρημάτων, έστω 50 ευρώ, και θα έδινε στον δεύτερο ένα ακέραιο μέρος του, ενώ θα κρατούσε για τον εαυτό του το υπόλοιπο. Η συνήθης οικονομική θεωρία της χρησιμότητας υποθέτει ότι οι άνθρωποι είναι συμφεροντολόγοι και άρα ο πρώτος παίχτης θα έδινε 1 ευρώ στον άλλο, το ελάχιστο δυνατό δηλαδή, και θα κρατούσε για τον εαυτό του το μέγιστο δυνατό, δηλαδή 49 ευρώ. Ο δεύτερος θα αποκτούσε 1 ευρώ που δεν το είχε  προηγουμένως και άρα, λογικά θα δεχόταν την προσφορά, αφού θα ήταν κατά τι πλουσιότερος, ενώ ο πρώτος θα κρατούσε τα 49 ευρώ και θα ήταν κι αυτός πλουσιότερος. Η πραγματικότητα ήταν διαφορετική. Σχεδόν όλοι δέχτηκαν να δώσουν ένα ποσό που έμοιαζε δικαιότερο, δηλαδή τουλάχιστον 15 ευρώ και κάποιοι ακόμη και τα μισά, 25 ευρώ. Από τους αποδέκτες χρημάτων κανείς δεν δέχτηκε το 1 ευρώ γιατί ήταν εξευτελιστικό. Μαθηματικοί και ψυχολόγοι είχαν την ίδια αίσθηση δικαίου. Οι μόνοι που έπαιξαν το παιχνίδι σύμφωνα με τις επιταγές της οικονομικής θεωρίας ήταν οι φοιτητές των οικονομικών. Δέχτηκαν 1 ευρώ ή κράτησαν 49 ευρώ οσοδήποτε άδικο κι αν αυτό έμοιαζε στους άλλους.
    Η ανθρώπινη συμπεριφορά είναι πολύ πιο πολύπλοκη από τις απλουστευτικές οικονομικές θεωρήσεις και οι ηγέτες μας θα πρέπει να το έχουν αυτό υπ’ όψιν τους όταν δέχονται συμβουλές ή αποφασίζουν.
    Στην πραγματικότητα η κοινωνία μας γίνεται όλο και περισσότερο τεχνοκρατική με την πιο στενή έννοια. Οι αποφάσεις λαμβάνονται από λίγους εξειδικευμένους συμβούλους των ηγετών μας. Οι σύμβουλοι αυτοί έχουν συνήθως αποφοιτήσει από σχολές διοίκησης, οικονομικών ή μηχανικών και είναι καλά εκπαιδευμένοι στο να βρίσκουν βέλτιστες πολιτικές σε προβλήματα της κοινωνίας κάτω από απλουστευτικές υποθέσεις. Γνωρίζουν πολύ καλά πώς να χτίσουν έναν εικονικό κόσμο και μετά να καθορίσουν με τα μαθηματικά την πορεία του. Έχουν αναλύσει με εκπληκτικό τρόπο το πώς ένας αγρότης πουλάει αυγά ή μια βιομηχανία αυτοκίνητα με εξωτικές εξισώσεις και σύμβολα. Τα αυγά και τα αυτοκίνητα εκφράζονται με διαφορικά και ολοκληρώματα, με ευκλείδειους χώρους και θεωρήματα γραμμικού ή μη γραμμικού προγραμματισμού. Πουθενά όμως δεν γίνεται λόγος για τη ρύπανση και την εξάντληση των πόρων που προκαλεί η παραγωγή. Ούτε γίνεται λόγος για την κοινωνική αδικία, την ανεργία, την εγκληματικότητα, το αίσθημα της αδυναμίας των πολιτών γιατί αυτά δεν εκφράζονται με μαθηματικούς όρους.
Στον αιθέριο και ιδανικό κόσμο της οικονομίας, σε μια τέλεια ανταγωνιστική αγορά, τα αγαθά κατανέμονται μεταξύ των ατόμων κατά βέλτιστο τρόπο. Κανείς δηλαδή δεν μπορεί να βελτιώσει τη θέση του χωρίς να χειροτερέψει εκείνη των άλλων. Είναι κάτι σαν την κατανομή του  φορτίου σε μια βάρκα. Αν βάλουμε όλο το φορτίο στην πλώρη, η βάρκα θα ανασηκωθεί και θα βουλιάξει. Η οικονομική θεωρία λέει ότι η κατανομή του βάρους πρέπει να είναι τέτοια ώστε η βάρκα να μην ανατραπεί. Η βάρκα δεν πρέπει να γέρνει πουθενά ή ισοδύναμα κανείς δεν βελτιώνει τη θέση του σε βάρος των άλλων με την παρούσα κατανομή αγαθών ή τιμών των αγαθών. Πάνω σ’ αυτό το ζήτημα ο καθηγητής της οικολογικής οικονομικής Herman Daly γράφει: «Ο κανόνας των τιμών κάνει μόνο κατανομή. Είναι ένας χρήσιμος, αλλά ανόητος αλγόριθμος υπολογιστή που δεν έχει λόγο να μην προσθέτει βάρος κατά βέλτιστο τρόπο έως ότου η βάρκα βουλιάξει, βέλτιστα πάντα στον πάτο της θάλασσας.» Με άλλα λόγια η στενή οικονομική θεώρηση θα μας βουλιάξει επειδή δεν λαμβάνει υπ’ όψιν της τις κοινωνικές συνέπειες ή τους περιορισμούς της φύσης και ότι η συνεχής παραγωγή εξαντλεί το περιβάλλον και το ρυπαίνει. Η οικονομική κατάσταση όλων μας θεωρητικά είναι βέλτιστη αλλά όλοι μαζί καταστρέφουμε το σπίτι μας βέλτιστα.
    Όταν βλέπουμε τελείως στενά τις δραστηριότητές μας είναι δεδομένο ότι θα κάνουμε λάθη και μάλιστα επικίνδυνα λάθη. Τα πράγματα συνδέονται μεταξύ τους, συχνά με περίεργους και απροσδόκητους τρόπους. Χωρίς γενικότερη μακροσκοπική θεώρηση τα λάθη αυτά μπορεί να γίνουν μη αναστρέψιμα, όπως συμβαίνει με την κλιματική αλλαγή και την εξαφάνιση της βιοποικιλότητας. Και τα δύο οφείλονται στη στενόμυαλη οικονομική θεώρηση της κοινωνίας μας. Να ζούμε καλά σήμερα και να μη βλέπουμε τα παιδιά μας ή τα εγγόνια μας. Να φορτώνουμε βέλτιστα τη βάρκα κι ας βουλιάξει με τους απογόνους μας.
    Πράγματα όπως δικαιοσύνη, πρόνοια, και περιβαλλοντική προστασία δεν εκφράζονται εύκολα μαθηματικά. Πολλοί τεχνοκράτες χαμογελούν ειρωνικά όταν ακούν τέτοιους όρους. Οι πιο απλές αλήθειες δεν έχουν καμιά πρωτοτυπία και οι άνθρωποι δεν τις παραδέχονται εύκολα γιατί είναι δυσάρεστες και τους προσγειώνουν ανώμαλα στην πραγματικότητα του κόσμου. Είναι ευκολότερο να ζούμε με τους μύθους μας. Μια απλή αλήθεια είναι ότι σύντομα θα γίνουμε 9 ή 10 δισεκατομμύρια. Μια άλλη είναι ότι είναι αδύνατο να στηρίξει η γη αυτόν τον πληθυσμό με τις καταναλωτικές επιδόσεις των Ευρωπαίων ή των Αμερικανών. Και μια άλλη ακόμη είναι ότι είμαστε περαστικοί σ’ αυτό τον κόσμο και η ζωή μας διαρκεί ελάχιστα. Αλλά οι συνέπειες αυτών που κάνουμε συχνά ζουν χιλιάδες χρόνια στο μέλλον. Για παράδειγμα η κλιματική αλλαγή θα διαρκέσει δύο ή τρεις χιλιετίες.
    Είμαστε όντα της μίμησης. Επιθυμούμε ό,τι επιθυμεί ο πλησίον μας, πιστεύουμε ό,τι πιστεύει ο πλησίον μας, φθονούμε ό,τι φθονεί ο πλησίον μας. Επιθυμούμε όλο και περισσότερα παιχνίδια, στίλβοντα οχήματα, ηλεκτρονικά μηχανήματα, οικονομική ανάπτυξη και μεγέθυνση χωρίς όριο. Έχουμε βρει δείκτες για να τα μετράμε όλα αυτά, ακαθάριστο εγχώριο προϊόν, δείκτες τιμών καταναλωτή, βιομηχανική παραγωγή, δείκτες τιμών παραγωγής, ανεργία και άλλα. Όλοι αυτοί οι δείκτες είναι χρήσιμοι αλλά κανένας τους δεν λαμβάνει υπ΄ όψιν ότι όλοι ζούμε σ’ ένα μικρό πεπερασμένο πλανήτη με πεπερασμένους πόρους. Και κανένας δείκτης δεν μετράει την ανθρώπινη ευτυχία η οποία εξαρτάται από ένα ελάχιστο όριο οικονομικής ευμάρειας αλλά από ένα σημείο και πάνω είναι τελείως ανεξάρτητη. Το μαρτυρούν αυτό χιλιάδες εκατομμυριούχοι που δαπανούν περιουσίες σε ψυχιάτρους και ψυχολόγους.
    Κατ’ αναλογία τελευταία έχουν εισαχθεί δείκτες αποτίμησης της ανώτατης παιδείας. Δείκτες που μετρούν τους αριθμούς αποφοίτων, τα ευρώ ανά φοιτητή, τον αριθμό δημοσιεύσεων και αναφορών σε αυτές, την οικονομική απόδοση της έρευνας. Στην Ευρώπη η χρήση των δεικτών έχει πάρει διαστάσεις μόδας. Η χρηματοδότηση των πανεπιστημίων εξαρτάται από τους δείκτες απόδοσής τους. Αυτή η μόδα είναι καταστρεπτική. Η ουσία των υπηρεσιών και των επιτεύξεων των πανεπιστημίων δεν μετρείται αριθμητικά αλλά αποτιμάται από την κοινωνία και τους ειδικούς μακροχρόνια χωρίς αριθμούς. Ο Πλάτων, ο Σωκράτης, ο Αρχιμήδης, ο Γαλιλαίος, ο Κοπέρνικος, ο Γκάους, ο Αϊνστάιν και χιλιάδες άλλοι στα ίχνη των οποίων βαδίζει η γνώση θα είχαν αποτύχει σε μεγάλο βαθμό σύμφωνα με τους δείκτες. Οι δείκτες ευνοούν συχνά τους μέτριους που δημοσιεύουν πληθώρα εργασιών σε περιοδικά και συνέδρια αμφίβολης αξίας και δέχονται αναφορές από γνωστούς και φίλους που είναι πιστοί στην αρχή της αμοιβαιότητας. Δεν είναι σπάνιο το φαινόμενο κάποιος να μην έχει καν διαβάσει την εργασία που φέρει τ’ όνομά του, αφού την έχουν γράψει συνεργάτες ή μαθητές του. Η πρωτοτυπία συνήθως περιορίζεται σε κάτι μηδαμινό αλλά οι δείκτες ευδοκιμούν. Στις ανθρωπιστικές και κοινωνικές επιστήμες οι εκδότες ζητούν μονογραφίες το πολύ 200 σελίδων μ’ ελάχιστη πρωτοτυπία, εξαιρετική εξειδίκευση, εξειδικευμένη και ακατανόητη ορολογία και τίποτα το επαναστατικό. Πάλι οι δείκτες ευδοκιμούν αλλά όχι η γνώση.
    Η πραγματική συμβολή των πανεπιστημίων είναι η περιέργεια για τον κόσμο, η αμφισβήτηση και η ανατροπή. Η διαμόρφωση ατόμων που δεν μιμούνται τυφλά και δεν παίρνουν τίποτα ως δεδομένο. Είναι η επιστημονική γνώση που θα βρει εφαρμογή σε ένα χρόνο ή έναν αιώνα και θ’ ανατρέψει την τωρινή επιστημονική πραγματικότητα και θα προσεγγίσει μιαν ακόμη όψη της αλήθειας. Όλα αυτά τα πράγματα δεν μετρούνται με δείκτες και δεν πρέπει να καταργηθούν για χάρη μιας στενά τεχνοκρατικής θεώρησης της παιδείας. Ο καλύτερος τρόπος εξυπηρέτησης των δεικτών και ο χειρότερος τρόπος προσέγγισης του διαφωτισμού είναι η ταχεία εκπαίδευση τεχνοκρατών που θα γνωρίζουν μια στενή όψη της τεχνολογίας και τίποτα για τον άνθρωπο. Η δημιουργία δηλαδή εξαρτημάτων της τεράστιας και τυφλής μηχανής της οικονομικής μεγέθυνσης. Αν όμως το πανεπιστήμιο χάσει τον ελεύθερο και ανατρεπτικό του χαρακτήρα, δεν είναι πια πανεπιστήμιο αλλά ανώνυμη (κυριολεκτικά) εταιρεία.
    Σε δύσκολους οικονομικά καιρούς πολλοί προσβλέπουν στο πανεπιστήμιο για να μας βγάλει από την κρίση. Αναμένουν απ’ αυτό τη μαγική συνταγή που θα παραγάγει άμεσα εφαρμόσιμη, κυρίως τεχνολογική, γνώση η οποία θα εκφραστεί πάλι άμεσα σε ευρώ. Άλλοι επικρίνουν το πανεπιστήμιο γιατί δεν έχει γίνει τεχνολογική βιομηχανία ταχείας παραγωγής πλούτου. Υπάρχουν εδώ δύο παρανοήσεις. Πρώτον η κρίση δεν οφείλεται στο πανεπιστήμιο αλλά στο οικονομικό σύστημα της διαρκούς μεγέθυνσης του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος, της παραγωγής των αγαθών, της κατανάλωσης. Όταν ο πληθυσμός της γης ήταν μικρός και η γη έμοιαζε απέραντη, τότε η διαρκής οικονομική μεγέθυνση είχε αναχθεί σε σκοπό της ανθρωπότητας. Σήμερα γνωρίζουμε ότι αυτός ο σκοπός είναι ανέφικτος και αυτοαναιρούμενος. Η γη είναι πολύ μικρή για να στηρίξει τόσο πληθυσμό με τόσες καταναλωτικές επιδόσεις. Κατά μία εκτίμηση των Ηνωμένων Εθνών, η γη επαρκούσε για τον πληθυσμό της μέχρι το 1986. Σήμερα χρειαζόμαστε μια γη 1.3 φορές μεγαλύτερη για να μας υποστηρίξει. Μοιάζουμε με τον αγρότη που δεν ζει πλέον από το εισόδημα της γης αλλά από τα χρήματα από την πώλησή της. Σύντομα δεν θα έχει τίποτα να πουλήσει. Θα ήθελα εδώ να τονίσω ότι και το καπιταλιστικό και το σοσιαλιστικό σύστημα συμφωνούν με το δόγμα της διαρκούς οικονομικής μεγέθυνσης.
    Η δεύτερη παρανόηση είναι ότι το πανεπιστήμιο είναι απόν από τη δημιουργία εφαρμογών στην καθημερινή ζωή. Αυτό είναι λάθος. Τα αποτελέσματα της έρευνας είναι παντού. Τα κινητά τηλέφωνα και οι υπολογιστές είναι προϊόντα μαθηματικών θεωριών που διατυπώθηκαν στον 20ο αιώνα στα πανεπιστήμια. Η κωδικοποίηση μηνυμάτων και η κρυπτογράφηση στηρίζονται σε μαθηματικές θεωρίες που αναπτύχθηκαν στα πανεπιστήμια τον 19ο και 20ο αιώνα χωρίς κανείς να φαντάζεται την μελλοντική εφαρμογή τους. Η γέφυρα του Ρίου Αντιρρίου έγινε πραγματικότητα χάρη στη μηχανική του 18ου αιώνα. Τα φάρμακα που σώζουν εκατομμύρια ζωές καθημερινά οφείλονται σε έρευνες σε εργαστήρια, εταιρείες, αλλά κυρίως στα πανεπιστήμια.  
    Η αλήθεια είναι ότι οι καλοί ερευνητές, είναι εκείνοι που αφήνουν διαχρονικό έργο και έχουν  ως βασικό τους κίνητρο την περιέργεια του κόσμου. Στοχεύουν πλατειά και βαθιά. Δεν ασχολούνται με μηδαμινά προβλήματα. Γι’ αυτό ούτε και οι ίδιοι μπορούν να φανταστούν τις εφαρμογές της νέας γνώσης που εφευρίσκουν. Ο Γάλλος Fourier τον 19ο αιώνα εξήγησε μ’ επιτυχία γιατί η γη δεν θερμαίνεται υπερβολικά από τον ήλιο. Ο Άγγλος εκκεντρικός φυσικός και μαθηματικός του Cambridge και κάτοχος βραβείου Νομπέλ σε ηλικία 31 ετών, Paul Dirac, στις αρχές του 20ου αιώνα ανακάλυψε την αντιύλη. Κανείς από τους δυο τους δεν φαντάστηκε ότι οι μέθοδοί τους θα χρησιμοποιούνταν σήμερα στην ανάλυση σημάτων όπως αυτά των τηλεοράσεων ή των τηλεφώνων.
Η έρευνα που επιβιώνει είναι εκείνη που έχει κομψότητα στη διατύπωση, ευρύτητα στο πνεύμα και απαντά σε απλές, θεμελιώδεις ερωτήσεις. Είναι η έρευνα εκείνη που βρίσκει διαρκώς εφαρμογές σε απροσδόκητες περιοχές της ανθρώπινης δραστηριότητας. Η άλλη, η έρευνα που παράγεται μαζικά, η άκομψη και τετριμμένη, έχει ένα μόνο προορισμό, τη λήθη. Γιατί τελικά η γνώση και η έρευνα είναι φως και το φως διαρκεί. Και αυτό είναι το νόημα της παιδείας μας, να φωτίζει τον κόσμο που τόσο σύντομα διατρέχουμε.

Γιάννης Α. Φίλης
Πρύτανης